κείου

κείου
κείω
to lie down
pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric)
κείω
to lie down
imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric)
κείω 1
to lie down
pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric)
κείω 1
to lie down
imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric)
κείω 2
cleave
pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric)
κείω 2
cleave
imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Κείου — Κέως Wiener Sitzb. masc/neut gen sg Κεῖος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιουλίς — Μία από τις τέσσερις αρχαίες πόλεις της Κέας. Υπήρξε πατρίδα των ποιητών Βακχυλίδη και Σιμωνίδη του Κείου, του γιατρού Ερασίστρατου και του φιλοσόφου Αρίστωνα. * * * η (Α ἰουλίς) [ίουλος] νεοελλ. γένος ακανθοπτερύγιων ψαριών που περιλαμβάνει… …   Dictionary of Greek

  • σιμωνίδειος — α, ο / σιμωνίδειος, ον, ΝΑ [Σιμωνίδης] αυτός που ανήκει ή επινοήθηκε από τον ποιητή Σιμωνίδη τού Κείου, ή που μοιάζει με τη στιχουργία και το ύφος του («σιμωνίδειο[ν] μέτρο[ν]» μετρικό σχήμα που ονομάζεται και δακτυλεπίτριτος και έχει τη μορφή ∪… …   Dictionary of Greek

  • Βακχυλίδης — (Ιουλίδα Κέας 518; – περ. 450 π.Χ.). Χορικός λυρικός ποιητής. Γιος της αδελφής του Σιμωνίδη του Κείου, άκμασε γύρω στο 467 π.Χ. (κατά το Χρονικόν του Ευσεβίου) και φαίνεται πως πέθανε κατά τα μέσα του 5ου αι. Το έργο του έγινε γνωστό το 1896,… …   Dictionary of Greek

  • κηρυκείου — κηρῡκείου , κηρύκειον herald s wand neut gen sg κηρύκειος of a herald masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”